Η επεμβατική θεραπεία της απόφραξης στο ΧΕΑΚ περιλαμβάνει τη χειρουργική μείωση του μεσοκοιλιακού διαφράγματος (μυεκτομή) και την κατάλυση του μεσοκοιλιακού διαφράγματος με αλκοόλη. Είναι γεγονός ότι αμφότερες οι μέθοδοι απαιτούν μεγάλη εμπειρία και για αυτό εφαρμόζονται μόνο σε λίγα κέντρα υψηλής εξειδίκευσης.
Η επεμβατική αντιμετώπιση ενδείκνυται σε ασθενείς με υψηλή κλίση πίεσης στο ΧΕΑΚ ≥50 mm Hg, με μέτρια/σοβαρά συμπτώματα (NYHA Class III–IV) και/ή υποτροπιάζουσα συγκοπή κατα την άσκηση ,παρα τη μέγιστη ανεκτή φαρμακευτική αγωγή.15,44
Η μυεκτομή ξεκίνησε να εφαρμόζεται στη δεκαετία του 1960. Μειώνει αποτελεσματικά την κλίση πίεσης στο ΧΕΑΚ σε >90% των περιπτώσεων, μειώνει σχετιζόμενη με SAM μιτροειδική ανεπάρκεια και βελτιώνει τα συμπτώματα και την ικανότητα για άσκηση. Η μακρόχρονη επιβίωση μετά από μυεκτομή είναι συγκρίσιμη με αυτή του γενικού πληθυσμού. Η σχετιζόμενη με την επέμβαση θνητότητα (procedural mortality) έχει υπολογιστεί ότι είναι πολύ χαμηλή <1% όταν εφαρμόζεται σε εξειδικευμένα κέντρα. 15,51-55
Εκτός από τη μείωση του μεγέθους του μεσοκοιλιακού διαφράγματος η μέθοδος μπορεί να περιλαμβάνει σφαιρικότερη αντιμετώπιση του φαινομένου της απόφραξης με παρέμβαση στη μιτροειδική συσκευή (όπως αντικατάσταση, διόρθωση, πτύχωση των γλωχίνων) αλλά και στους θηλοειδείς μύες (όπως μερική εκτομή και κινητοποίηση).
Οι βασικές επιπλοκές είναι ο κολποκοιλιακός αποκλεισμός, ο αποκλεισμός σκέλους, το μεσοκοιλιακό έλλειμα και η ανεπάρκεια αορτικής βαλβίδας, οι οποίες όμως είναι πολύ σπάνιες σε εξειδικευμένα κέντρα.
Η διακαθετηριακή κατάλυση με αλκοόλη παρόλο που ξεκίνησε να εφαρμόζεται περίπου 30 χρόνια μεταγενέστερα της μυεκτομής έχει δείξει συγκρίσιμο προφίλ ασφαλείας και αποτελεσματικότητας σε εξειδικευμένα κέντρα. Είναι λιγότερο επεμβατική μέθοδος και εν δυνάμει ευρύτερα διαθέσιμη.
Έχει χαμηλή περι-επεμβατική αλλά και μακροχρόνια θνητότητα και αποτελεσματική μείωση της κλίσης πίεσης στο ΧΕΑΚ και συνεπώς των συμπτωμάτων. Μάλιστα έχει φανεί ότι η μακροχρόνια επιβίωση μετά από κατάλυση δε φαίνεται να διαφέρει σημαντικά από αυτή του γενικού πληθυσμού. 56-63 Ενώ αρχικά προτάθηκε για ασθενείς μεγαλύτερης ηλικίας με συνοσυρότητες οι οποίοι δε μπορούσαν να υποβληθούν σε μυεκτομή, έχει πλέον δείξει πολύ καλά αποτελέσματα και σε νεότερους ασθενείς. 64
Ο προβληματισμός που υπήρξε αρχικά σχετικά με την επίδραση της ιατρογενούς ουλής στην μακροχρόνια επιβίωση δεν επαληθεύτηκε καθώς έχει φανεί βελτίωση του προφίλ κινδύνου για αιφνίδιο θάνατο μετά από κατάλυση με αλκοόλη. 56
Η προσεκτική επιλογή ασθενών, με την κατάλληλη ποσότητα αλκοόλης και η υπερηχοκαρδιογραφία με χρήση ηχωσκιερού παράγοντα αντίθεσης κατά τη διάρκεια της επέμβασης, βελτιώνουν σημαντικά το προφίλ ασφαλείας της μεθόδου. 65
Η πιο κοινή επιπλοκή είναι ο πλήρης κολποκοιλιακός αποκλεισμός που μπορεί να χρειαστεί μόνιμη βηματοδότηση. Έχουν επίσης αναφερθεί στεφανιαίος διαχωρισμός, παλινδρόμηση αλκοόλης στον πρόσθιο κατιόντα, καρδιακός επιπωματισμός, πνευμονική εμβολή και εγκεφαλικό, είναι όμως σπάνια σε εξειδικευμένα κέντρα. 60Οι δύο μέθοδοι εμφανίζουν συγκρίσιμα ποσοστά μακρόχρονης συνολικής θνητότητας αλλά και αιφνιδίου καρδιακού θανάτου και έχουν παρόμοια αποτελέσματα στην ανακούφιση των συμπτωμάτων. Οι ασθενείς που υποβάλλονται σε κατάλυση με αλκοόλη έχουν περίπου διπλάσιο κίνδυνο για μόνιμη καρδιακή βηματοδότηση και πενταπλάσιο για περαιτέρω μελλοντική παρέμβαση μείωσης του μεσοκοιλιακού διαφράγματος. Δεν υπάρχουν δεδομένα για χρήση των επεμβατικών μεθόδων σε ασυμπτωματικούς ασθενείς. 41,42